Να αναθεωρηθεί η ελληνική πολιτική έναντι της Τουρκίας

 

Του Σάββα Ιακωβίδη


Έχει χρεοκοπήσει οριστικά μετά τις τελευταίες τουρκικές απειλές

Η Τουρκία στρέφεται προς ανατολάς και θάβει το ευρωπαϊκό όνειρό της στον μεγαλοϊδεατικό νεο-Οθωμανισμό της. Ελλάδα και Κύπρος δεν μπορούν να επιμένουν σε αδιέξοδες προσεγγίσεις
Ελλάδα και Κύπρος να ξεφύγουν από τις ψευδαισθήσεις και να προσγειωθούν στον πραγματικό κόσμο της υπεράσπισης των συμφερόντων τους.


Η ανακάλυψη κολοσσιαίων ποσοτήτων φυσικού αερίου ή και πετρελαίου στην ανατολική Μεσόγειο έχει αναδιατάξει τη γεωπολιτική και στρατηγική δομή της περιοχής, με την εμπλοκή συμφερόντων πολλών ισχυρών δρώντων. Επίσης αναμένεται να αναδείξει το Ισραήλ και την Κύπρο ως ενεργειακές χώρες. 

Ταυτόχρονα, όμως, οι τουρκικές απειλές κατά της Κύπρου και της Ελλάδας, εξαιτίας του φυσικού αερίου, έχουν καταρρίψει και κατερειπώσει την αδιέξοδη ελληνική πολιτική έναντι της Τουρκίας. Αυτή η πολιτική ξεκίνησε επί πρωθυπουργίας Κ. Σημίτη, με Υπουργό Εξωτερικών τον Γ. Παπανδρέου.

Άρχισε με τα δουλικά ζεϊμπέκικα Παπανδρέου ενώπιον του Γιλμάζ, τις καλλιτεχνικές και πολιτιστικές επαναπροσεγγίσεις και τη «διπλωματία των σεισμών». Αυτά ήταν αποτέλεσμα της κρίσης των Ιμίων (1996) και της γκριζοποίησης νησιών, που επιχείρησε η Τουρκία. Τότε είχε ισχύσει το «δόγμα Χόλμπρουκ»: No flags, no ships, no armies. 

Η ελληνική πολιτική έναντι της Τουρκίας, που είχε εξακτίνωση και στην Κύπρο (του Κληρίδη) στηριζόταν στην ψοφοδεή εκτίμηση ότι, η Ελλάδα δεν μπορούσε να τα βάλει με την τουρκική επιθετικότητα, γι’ αυτό επιδόθηκε στον εξευμενισμό του τουρκικού θηρίου. 

Πώς; Διά της υποστήριξης της τουρκικής υποψηφιότητας και ακολούθως των διαπραγματεύσεων της Τουρκίας για ένταξη στην Ε.Ε.

Το mea culpa του Σημίτη

Η πολιτική αυτή δεν οδήγησε πουθενά την Ελλάδα και την Κύπρο. Αντίθετα αποθηρίωσε την Τουρκία, που διείδε ότι Ελλάδα και Κύπρος δεν ήθελαν ή δεν ήταν σε θέση να αντισταθούν. Την τελευταία δεκαετία και πλέον εκδηλώθηκε μια πρωτοφανής τουρκική επιθετικότητα στο Αιγαίο και συχνά και στην Κύπρο. 


Το 2004, διά του επάρατου σχεδίου Ανάν, επιχειρήθηκε από την Τουρκία, με τη συνέργεια της Βρετανίας και των ΗΠΑ, όπως η Κύπρος μετατραπεί σε τουρκικό προτεκτοράτο, με διατήρηση των «κυρίαρχων βρετανικών βάσεων». 

Στο σχέδιο Ανάν προβλεπόταν και ΑΟΖ για τις βρετανικές βάσεις 200 ναυτικών μιλίων. Κάτι ήξεραν από δεκαετίες οι Βρετανοί για τον πλούτο των θαλασσών μας.

Προ μερικών ετών, ο Σημίτης, σε ομιλία του στη Βρετανία, παραδέχθηκε ότι η ελληνική πολιτική καλοπιάσματος του τουρκικού θηρίου απέτυχε παταγωδώς, σε ουδέν ουσιαστικό αποτέλεσμα για την ελληνική πλευρά, οδήγησε και έπρεπε να αναθεωρηθεί.

Η Αθήνα δεν άκουσε και η Λευκωσία δεν κατάλαβε. Μέχρι σήμερα, η επίσημη πολιτική της Ελλάδας και της Κύπρου έναντι της Τουρκίας στηρίζεται στη θέση ότι: 

Υποστηρίζουν την ένταξη της Τουρκίας στην ΕΕ υπό την αίρεση ότι συμμορφώνεται, όπως όλα τα υποψήφια κράτη, στο κοινοτικό κεκτημένο και ειδικά, εκπληρώνει τις απορρέουσες από το Πρωτόκολλο της Άγκυρας, υποχρεώσεις της έναντι της Κύπρου. 

Με πρώτο καθήκον της, την αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Πράγμα, βεβαίως, που η Τουρκία αρνείται να πράξει.

Τα νεο-Οθωμανικά όνειρα της Τουρκίας, η ΕΕ και η Μ. Ανατολή


Η Τουρκία, μέχρι τη δεκαετία του ’90 ήταν μια χώρα εξαρτημένη από το ΔΝΤ. Με την άνοδο του Ερντογάν στην εξουσία, το Μάρτιο του 2003, μετά την εκλογική νίκη του Νοεμβρίου 2002, αρχίζει η αντίστροφη μέτρηση για τα μεγαλοϊδεατικά σχέδια της Τουρκίας. 

Καθ’ υπόδειξη του τότε καθηγητή Διεθνών Σχέσεων και νυν Υπουργού Εξωτερικών, Αχμέτ Νταβούτογλου, ο ισλαμιστής Ερντογάν αποφάσισε τη μεγάλη και ιστορική στροφή της χώρας προς Ανατολάς, προς τον αραβικό και μουσουλμανικό κόσμο. 

Στόχος, η ανάδειξη της χώρας, σε πρώτο στάδιο, σε περιφερειακή δύναμη, με φιλοδοξία την επιβολή της σε υπερδύναμη. Χρονικός ορίζοντας, το 2023, η εκατονταετηρίδα της Τουρκικής Δημοκρατίας.

Για να επιτύχει αυτούς τους στόχους της και να κερδίσει τις αραβικές μάζες, η Τουρκία έπρεπε να συγκρουστεί με την ισχυρότερη χώρα της περιοχής και… στενό σύμμαχό της: Το Ισραήλ. 

Οι σχέσεις των δύο χωρών πέρασαν από διάφορες φάσεις. Μέχρι την προσβλητική συμπεριφορά Ερντογάν έναντι του διεθνώς σεβαστού και αναγνωρισμένου Ισραηλινού Προέδρου, Σιμόν Πέρεζ, στο Νταβός της Ελβετίας. 

Στη συνέχεια συνέβη το επεισόδιο με το «Μαβί Μαρμαρά» και οι σχέσεις Τουρκίας-Ισραήλ ψυχράνθηκαν για ήδη γνωστούς λόγους. 

Η υπογραφή, πέρσι το Δεκέμβριο, της συμφωνίας για τη οριοθέτηση της ΑΟΖ, Κύπρου-Ισραήλ, αναρρίπισε την τουρκική επιθετικότητα.

Η επιβεβαίωση, ακολούθως, της ύπαρξης κολοσσιαίων κοιτασμάτων φυσικού αερίου στο ισραηλινό οικόπεδο «Λεβιάθαν» και στο κυπριακό οικόπεδο «Αφροδίτη», πυροδότησε την οργίλη αντίδραση και τις απειλές της Τουρκίας κατά του Ισραήλ και της Κύπρου. 

Οι τοποθετήσεις των ΗΠΑ, της Ρωσίας, της Ε.Ε., του ΟΗΕ και άλλων χωρών υπέρ της Κύπρου δεν έκαμψαν την τουρκική αρπακτικότητα. Η Άγκυρα εξήγγειλε την υπογραφή ούτω λεγόμενης συμφωνίας με το κατοχικό ψευδοκράτος για την οριοθέτηση της μεταξύ τους ΑΟΖ.

Πρόκειται για απίστευτη κωμωδία επειδή ένας παράνομος, η Τουρκία, και ένα προϊόν παρανομίας, το ψευδοκράτος, δεν μπορούν να επικαλούνται τη νομιμότητα, όποτε τους συμφέρει, όταν είναι γνωστό ότι η Τουρκία δεν έχει υπογράψει τη Συνθήκη για το Δίκαιο της Θάλασσας.

Είναι ορθή η επισήμανση του Τουμάζου Τσιελεπή, νομικού και διεθνολόγου, μέλους της διαπραγματευτικής ομάδας για το Κυπριακό, ότι η λεγόμενη συμφωνία Τουρκίας-ψευδοκράτους για την ΑΟΖ, «από άποψη διεθνούς δικαίου, αξίζει τόσα όσα και το χαρτί πάνω στο οποίο είναι γραμμένη». 

Εξάλλου, η ΑΟΖ, που καταχρώνται Τουρκία-ψευδοκράτος, ανήκει στη διεθνώς αναγνωρισμένη Κυπριακή Δημοκρατία. 

Μετά την οριοθέτηση της ΑΟΖ της Κύπρου με το Ισραήλ και την Αίγυπτο -εκκρεμεί με το Λίβανο- θεωρείται ότι θα ήταν έξυπνος διπλωματικός ελιγμός αν η Λευκωσία ζητούσε από την Τουρκία να οριοθετήσουν την μεταξύ τους ΑΟΖ. 

Η Τουρκία, φυσικά, θα αρνηθεί, επειδή αν το έπραττε αυτό θα σήμαινε αναγνώριση της Κυπριακής Δημοκρατίας. Όμως, μια τέτοια κίνηση εκ μέρους της Κύπρου θα καταδείκνυε ποιος στηρίζει και ποιος δυναμιτίζει τη διεθνή νομιμότητα.

Ο Ερντογάν συμπεριφέρεται ως σύγχρονος πειρατής. Προσπαθεί να παίξει μεγάλα παιγνίδια με τη Μέση Ανατολή, την πιο ασταθή και εύφλεκτη περιοχή στον κόσμο. Επιδιώκει να κερδίσει τους αραβικούς δρόμους πριν αναδειχθεί νικητής στους τουρκικούς. Ασκεί εξωτερική πολιτική κανονιοφόρων για εσωτερική κατανάλωση. Και επισύρει τη διεθνή κατακραυγή και καταδίκη. 

Η Ευρώπη να αναθεωρήσει

Ο ευρωπαϊκός και δη ο γερμανικός Τύπος επιχειρεί να αναλύσει την πολιτική της Τουρκίας έναντι του Ισραήλ, της Κύπρου και της ΕΕ. Σε σχόλιό της στην ηλεκτρονική της έκδοση η Welt Online με αφορμή την επίσκεψη του Τούρκου Προέδρου, Γκιουλ, στην Γερμανία, αναφέρει ότι μέχρι την Άνοιξη, η Άγκελα Μέρκελ θεωρούσε ότι οι ενταξιακές διαπραγματεύσεις τής Τουρκίας με την Ε.Ε. είχαν μιαν ανοικτή προοπτική. 


«Όμως», υπογραμμίζει, «η Άγκυρα ξεκίνησε μια εχθρική πορεία κατά του Ισραήλ και απειλεί το κράτος-μέλος της ΕΕ, την Κύπρο, με ναυτική επιχείρηση. Τέτοια παιχνίδια επίδειξης δύναμης είναι ήδη ξεπερασμένα στην ΕΕ», σημειώνει ο σχολιαστής της εφημερίδας. 

Προσθέτει ότι κατά τη συνάντηση Μέρκελ-Γκιουλ, «η Γερμανίδα Καγκελάριος ξεκαθάρισε ότι η Άγκυρα θα πρέπει να αποφασίσει, είτε ότι επιθυμεί την ένταξή της στην ΕΕ είτε ότι θα κυνηγήσει παλιά όνειρα μιας μεγάλης δύναμης. Το τελευταίο σενάριο αποκλείει εντελώς μια ένταξη στην ΕΕ».

Εξάλλου, η γερμανική εφημερίδα «Sueddeutsche Zeitung» γράφει ότι εάν η Άγκυρα θέλει να παγώσει τις σχέσεις της με την Ε.Ε., όταν η Κύπρος αναλάβει την προεδρία της Ε.Ε., τότε οι αμφιβολίες για τη σοβαρότητα των ευρωπαϊκών φιλοδοξιών της μετατρέπονται σε βεβαιότητα. 

Προσθέτει ότι στόχος της Τουρκίας είναι να γίνει η κυρίαρχη περιφερειακή δύναμη της Εγγύς Ανατολής. 

Σύμφωνα με την εφημερίδα, η Τουρκία «υποβαθμίζει έτσι την ένταξή της στην Ε.Ε. σε εναλλακτική στρατηγική, για την περίπτωση στην οποία τα όνειρά της να γίνει περιφερειακή δύναμη διαλυθούν». Καταλήγει αναφέροντας ότι «η Ευρώπη δεν θα έπρεπε να περιμένει, αλλά να αναθεωρήσει τώρα εκ θεμελίων την πολιτική της απέναντι στην Τουρκία».

Εκ βάθρων ανατροπή…

Οι απειλές της Τουρκίας, που φτάνουν μέχρι του σημείου να προειδοποιεί ακόμα και με πόλεμο, επειδή ο πλούτος στις θάλασσές μας είναι αμύθητος, επιβάλλουν αλλαγή στρατηγικής και πολιτικής της Ελλάδας και της Κύπρου έναντι της Τουρκίας. 


Η αδιέξοδη αντίληψη ότι «προτιμούμε μια Τουρκία αγκυροβολημένη στην Ευρώπη, παρά μια Τουρκία στραμμένη στην Ανατολή και στον ισλαμικό φονταμενταλισμό», είναι πια εκτός πολιτικής και διπλωματικής αλλά και στρατιωτικής πραγματικότητας.

Η Αθήνα και η Λευκωσία καλούνται να αναθεωρήσουν εκ βάθρων την τουρκική πολιτική τους. Η Τουρκία έχει ήδη αποφασίσει: Στρέφεται προς Ανατολάς επειδή γνωρίζει ότι οι Ευρωπαίοι δεν την θέλουμε. Αλλαγή της ελληνικής-κυπριακής πολιτικής έναντι της Τουρκίας, χωρίς να σημαίνει χειροτέρευση σχέσεων, εξυπονοεί αλλαγή στο πολιτικό, διπλωματικό και στρατιωτικό πεδίο. 

Επίσης σημαίνει σύμπηξη συμμαχιών αμυντικής και στρατιωτικής συνεργασίας μεταξύ Κύπρου και Ελλάδας (είτε ως Δόγμα είτε υπό άλλη μορφή), και μεταξύ Ελλάδας-Κύπρου με το Ισραήλ και άλλες φίλες χώρες και εταίρους (π.χ. Γαλλία, Γερμανία).

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, η Κύπρος θα μπορούσε να συνεργασθεί στρατιωτικά και αμυντικά με Ισραήλ με την παραχώρηση λιμενικών και αεροπορικών διευκολύνσεων στη γείτονα φίλη χώρα. Όπως, π.χ., χρησιμοποίηση της αεροπορικής βάσης «Ανδρέας Παπανδρέου» στην Πάφο. 

Είναι πια καιρός η Ελλάδα και η Κύπρος να ξεφύγουν από τις ψευδαισθήσεις και να προσγειωθούν στον πραγματικό κόσμο της υπεράσπισης των δικαίων και των συμφερόντων τους.

http://www.sigmalive.com/simerini

Σχόλια

  1. Η εξωτερική πολιτική της Ελλάδος, βρίσκεται χρόνια τώρα σε μία κατάσταση, όπου επικρατεί η ραστώνη καί τα φοβικά σύνδρομα έναντι της Τουρκίας. Πιστεύω ότι, η μη διεκδίκηση των δικαιωμάτων από την πλευρά της Ελλάδος, αποτελεί πράξη που εγγίζει τα όρια της προδοσίας. Δεν μπορεί να μην βλέπει κανένας ότι η Τουρκία δεν μπορεί να κάνει πόλεμο. Καί δεν μπορεί γιά πολλούς λόγους, τους οποίους δεν θα παραθέσουμε εδώ. Γιά να είναι, όμως, ασφαλής, η χώρα μας έπρεπε να ακολουθήσει το παράδειγμα του Ισραήλ. Να ρίξει το μεγάλο βάρος στην άμυνα αλλά να αποκτήσει καί επιθετικά οπλικά συστήματα. Μπορούσε στο παρελθόν να αποκτήσει ακόμα καί πυρηνικά όπλα αλλά, οι ανθέλληνες κυβερνώντες δεν θέλησαν. Μπορούσε η Ελλάδα να έχει ένα ικανό στρατό που να φοβίζει όλους εκείνους που κατά καιρούς στρέφουν το βλέμμα τους προς την ανεξαρτησία καί την εδαφική ακεραιότητα της χώρας μας. Γιά να γίνουν αυτά, πρέπει η χώρα να κυβερνηθεί από Έλληνες. ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΚΟΥΤΣΟΥΚΑΛΗΣ.

    ΑπάντησηΔιαγραφή

Δημοσίευση σχολίου

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ζαμπέλα, το μαργαριτάρι των Τζουμέρκων!

Στυγνός εκληματίας ο χθεσινός ληστής στην Άρτα, σύμφωνα με τον Αστυνομικό Διευθυντή κ. Γιώργο Ντοκομέ