Λάδι και φέτα πρώτη ύλη για την ανάκαμψη


Αν και παράγουμε μερικά από τα καλύτερα και πλέον ποιοτικά αγροτικά προϊόντα διατροφής στον κόσμο, δεν διαθέτουμε την ικανότητα να τα επεξεργαστούμε, ώστε να έχουμε υψηλά περιθώρια κέρδους. 

Η Ελλάδα, παρ' ότι είναι η τρίτη μεγαλύτερη παραγωγός χώρα και το ελαιόλαδό μας υπερέχει σε όρους ποιότητας, τελικά τροφοδοτεί την πετυχημένη «εξαγωγική μηχανή» της... Ιταλίας.



Λάδι & φέτα πρώτη ύλη για την ανάκαμψη

Μπορεί η ελληνική οικονομία να βρίσκεται στα πρόθυρα της κατάρρευσης και η έξοδος της Ελλάδας από το ευρώ να αποτελεί ένα από τα βασικά σενάρια της επόμενης μέρας, ωστόσο αυξάνονται διαρκώς οι φωνές και οι παραινέσεις ειδικών εντός και εκτός των ελληνικών τειχών, ότι υπάρχει αντίδοτο για να ανακάμψει η χώρα από τη δεινή οικονομική θέση στην οποία έχει περιέλθει.

«Οχημα» για την έξοδο της Ελλάδας από την κρίση -σύμφωνα με διεθνείς οικονομικούς αναλυτές που αναζητούν το καλύτερο μοντέλο ανάπτυξης στη χώρα- αποτελεί ο πρωτογενής τομέας και οι αναξιοποίητες ευκαιρίες στη μεταποίηση τροφίμων.

Η Ελλάδα, αν και παράγει μερικά από τα καλύτερα και πλέον ποιοτικά αγροτικά προϊόντα διατροφής στον κόσμο, δεν διαθέτει την ικανότητα να τα επεξεργαστεί, ώστε να έχει υψηλά περιθώρια κέρδους.

Λάδι & φέτα πρώτη ύλη για την ανάκαμψη

Αυτό που διαπιστώνεται είναι ότι η χώρα μας θα πρέπει να συμμετάσχει πιο ενεργά στην επεξεργασία των τροφίμων, που μέχρι σήμερα απέδιδαν χαμηλό περιθώριο κέρδους, εξαιτίας της ελλιπούς βιομηχανικής - μεταποιητικής γραμμής παρασκευής των αγροτικών προϊόντων.

Εγκατάλειψη

Ο αγροτικός τομέας, αν και ιστορικά ήταν πάντα σημαντικός για την Ελλάδα, τις τελευταίες δεκαετίες εμφάνισε τάσεις εγκατάλειψης και συνολικά πλέον χαρακτηρίζεται από χαμηλή παραγωγικότητα. Μάλιστα, πριν από την κρίση, η παραγωγή είχε μειωθεί κατά 15%, το κόστος παραγωγής είχε αυξηθεί κατά 40% περίπου και οι τιμές κατά 25% περίπου. Ταυτόχρονα, το εμπορικό ισοζύγιο επιδεινώθηκε, καθώς οι εισαγωγές αυξάνονταν πολύ πιο γρήγορα από τις εξαγωγές.

Λάδι & φέτα πρώτη ύλη για την ανάκαμψη

Το γεγονός ότι η διείσδυση στις κεντρικές ευρωπαϊκές αγορές είναι πολύ χαμηλή, με μερίδιο κάτω από 2%, όταν η Ιταλία και η Ισπανία έχουν περίπου 10 και 13% αντίστοιχα, καταδεικνύει τα περιθώρια ανάπτυξης της οικονομίας δίνοντας έμφαση στις εξαγωγές.

Αλλωστε, η μεταποίηση τροφίμων χάρη στη διαθεσιμότητα πρώτων υλών και προϊόντων υψηλής ποιότητας παρουσιάζει πολλές δυνατότητες να αυξήσει την αξία και τις εξαγωγές της και να περιορίσει τις εισαγωγές σε διάφορες κατηγορίες τροφίμων που αναπτύσσονται με ταχείς ρυθμούς, όπως είναι έλαια, φρούτα, λαχανικά και γαλακτοκομικά προϊόντα.

Με τη δημιουργία συγκεκριμένης στρατηγικής μπορούν να αξιοποιηθούν στο έπακρο οι τεράστιες δυνατότητες που έχουν τα ελληνικά αγροτικά προϊόντα.
Αλλού η ονομασία προέλευσης και αλλού το χρήμα

Ξένα κέρδη με ελληνική πατέντα

Μπορεί η φέτα να έχει πιστοποιηθεί ως ελληνικό προϊόν, ωστόσο το μερίδιο της Ελλάδας στην παγκόσμια αγορά ανέρχεται μόλις σε 28%.
Μοιάζει μάλιστα ειρωνεία, αλλά στην ΕΕ που αναγνώρισε αμετάκλητα τη φέτα ως 100% ελληνικό προϊόν προστατευόμενης ονομασίας προέλευσης, η δαπάνη για κατανάλωση τυριού με το όνομα φέτα ανέρχεται στο 1 δισ. ευρώ τον χρόνο, ενώ οι εξαγωγές μας ανέρχονται μόλις σε 130 εκατ. Κατά συνέπεια, τα περιθώρια ανάπτυξης είναι πολύ μεγάλα.

Βέβαια για να θεωρείται ένα τυρί φέτα πρέπει να προέρχεται από συγκεκριμένες περιοχές και να παρασκευάζεται με συγκεκριμένες αναλογίες αιγοπρόβειου γάλακτος από ελληνικά ζώα. Η εγκατάλειψη της κτηνοτροφίας έχει σαν αποτέλεσμα την περιορισμένη σε σχέση με την ζήτηση παραγωγή ή ακόμα χειρότερα προϊόντα να κινδυνεύουν να χάσουν ή να χάνουν την ονομασία προέλευσης, λόγω έλλειψης της πρώτης ύλης, όταν μάλιστα για τη χώρα μας ειδικά ο κλάδος της αιγοπροβατοτροφίας έχει ιδιαίτερη σημασία δεδομένου ότι το 78% των προβάτων και το 91% των αιγών εκτρέφεται σε ορεινές και μειονεκτικές περιοχές, οι οποίες θα ήταν αδύνατο να αξιοποιηθούν διαφορετικά, ενώ 200.000 περίπου οικογένειες έχουν σαν κύρια απασχόληση τον κλάδο αυτό.
Πρωταθλητές στην ποιότητα, ουραγοί στην τυποποίηση ελαιόλαδου

Κάθε χρόνο χάνονται 80 εκατομμύρια ευρώ

Η Ελλάδα αποτελεί μια από τις μεγαλύτερες χώρες παραγωγής ελαιολάδου στον κόσμο, ωστόσο ποτέ μέχρι σήμερα δεν κατάφερε να το εκμεταλλευτεί και να καταστήσει αυτό το προϊόν εξαγωγικό «όπλο» της χώρας.
Η Ελλάδα είναι η τρίτη μεγαλύτερη παραγωγός (μετά την Ισπανία και την Ιταλία), αλλά το ελαιόλαδο μας υπερέχει σε όρους ποιότητας (είναι εξαιρετικά παρθένο ελαιόλαδο, έναντι 45% της ιταλικής και 30% της ισπανικής παραγωγής).

Υψηλότερη τιμή

Παρ' όλα αυτά, η Ελλάδα δεν αξιοποιεί με τον καλύτερο τρόπο το δικό της «διαμάντι» και τροφοδοτεί την πετυχημένη «εξαγωγική μηχανή» παρθένου ελαιολάδου της Ιταλίας. Συγκεκριμένα, το 60% του παραγόμενου ελληνικού ελαιολάδου εξάγεται χύδην στην Ιταλία, η οποία το εκμεταλλεύεται εξάγοντας ξανά το ελαιόλαδο συσκευασμένο σε υψηλότερη τιμή.

Είναι χαρακτηριστικό ότι οι ποσότητες που εξάγει κάθε χρόνο η Ελλάδα στις θεωρούμενες καλές αγορές του κόσμου για το ελαιόλαδο είναι ελάχιστες, ενώ ταυτόχρονα εξάγει στην Ιταλία παρθένο ελαιόλαδο αξίας 180-190 εκατομμυρίων ευρώ.

Μάλιστα, όγκος των εξαγωγών περιορίζεται διαχρονικά με αποτέλεσμα το μερίδιο της Ελλάδας στη διεθνή αγορά τυποποιημένου ελαιολάδου να έχει περιοριστεί στο 3% τη δεκαετία του 2000 από 4% τη δεκαετία του 1990.

Η υπεραξία όμως που δημιουργεί και εκμεταλλεύεται η Ιταλία είναι περίπου 50%. Βάσει μελετών αν όλη η ποσότητα που εξάγεται από την Ελλάδα στην Ιταλία πήγαινε απ΄ ευθείας από την Ελλάδα στις χώρες που εξάγει η Ιταλία, τότε η χώρα μας θα κέρδιζε περίπου 1 ευρώ περισσότερο για το κάθε λίτρο. Λόγω του χαμηλού όγκου τυποποιημένου προϊόντος, οι ελληνικές εταιρείες δυσκολεύονται να ανταγωνιστούν τις ιταλικές και ισπανικές όσον αφορά την αποτελεσματική προώθηση αναγνωρίσιμων brands.

Ο στόχος

Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι κατά μέσο όρο οι εταιρείες τυποποίησης ελαιολάδου πραγματοποιούν κύκλο εργασιών της τάξης των 7,5 εκατ. ευρώ στην Ισπανία και 1,5 εκατ. ευρώ στην Ιταλία, έναντι μόλις 0,5 εκατ. ευρώ στην Ελλάδα.

Εκτιμάται ότι εφόσον η Ελλάδα κατάφερνε να κατακτήσει στη διεθνή αγορά τυποποιημένου ελαιολάδου μερίδιο παρόμοιο με εκείνο που κατέχει στην παραγωγή (άνω του 10% σε σχέση με 3%), τότε θα μπορούσε να αποφέρει μια πρόσθετη υπεραξία στη χώρα της τάξης των 80 εκατ. ευρώ ετησίως.

ΚΩΣΤΑΣ ΝΑΝΟΣ
nanos@pegasus.gr

http://www.ethnos.gr

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Ζαμπέλα, το μαργαριτάρι των Τζουμέρκων!

ΑΡΤΑ: Βρέθηκε νεκρός ο Κώστας Μάης